Το σνακ που μας γνώρισε ένας Ινδιάνος!

Οι «σαν σύννεφα» καβουρντισμένοι κόκκοι καλαμποκιού ήταν μια από τις αγαπημένες συνήθειες των ανθρώπων των σπηλαίων, σύμφωνα με αρχαιολογικά ευρήματα. Το παλαιότερο εύρημα είναι ηλικίας 5.000 ετών και εντοπίστηκε στο Νέο Μεξικό.
Οι ιθαγενείς το απολάμβαναν τοποθετώντας έναν – έναν τους σπόρους αραβοσίτου πάνω από τη φλόγα με τη βοήθεια ενός κλαδιού. Το ποπ-κορν είχε πολλές χρήσεις και δεν ήταν μόνο επιλογή γεύματος. Το χρησιμοποιούσαν για να φτιάξουν μπύρα και σούπες αλλά και για να κατασκευάσουν κοσμήματα.
Στις 22 Φεβρουαρίου 1630, ο Κουαντακένα, ένας Ινδιάνος από τη φυλή των Γουαμπανοάγκ, έμαθε το ποπ κορν σε Βρετανούς αποίκους στο Πλίμουθ της Μασαχουσέτης.
Και κάπως έτσι διαδόθηκε στον κόσμο.
Όσοι Ευρωπαίοι το δοκίμασαν, το λάτρεψαν και πολλοί από αυτούς το έτρωγαν για πρωινό μαζί με κρέμα και ζάχαρη.
Το γλυκό ποπ κορν άλλαξε στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, καθώς η ζάχαρη ήταν σε έλλειψη, και απέκτησε αλμυρή γεύση.